- ἐπίνικος
- ἐπίνικ-ος, ον, = foreg.,A
ἄωτος Pi.O.8.75
, cf. Stratt.40 (dub.l.): Subst. ἐπίνικος (sc. ὕμνοσ, ὁ, Aristid.Or.28(49).34, 61 (pl.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἄωτος Pi.O.8.75
, cf. Stratt.40 (dub.l.): Subst. ἐπίνικος (sc. ὕμνοσ, ὁ, Aristid.Or.28(49).34, 61 (pl.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Ἐπίνικος — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπίνικος — masc/fem nom sg ἐπινικιος of victory masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επίνικος — (τέλη 3ου – αρχές 2ου αι. π.Χ.). Κωμικός ποιητής. Κέρδισε επανειλημμένα σε δραματικούς αγώνες. Έγραψε τα έργα Μνησιπόλεμος και Υποβαλλόμενα. * * * ἐπίνικος, ον (AM) [νίκη] το αρσ. ως ουσ. ὁ ἐπίνικος ύμνος για τη νίκη («οἱ ἐπίνικοι τοῡ Πινδάρου»)… … Dictionary of Greek
τοὐπίνικος — ἐπίνικος , ἐπίνικος masc/fem nom sg ἐπίνικος , ἐπινικιος of victory masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπίνικον — ἐπίνικος masc/fem acc sg ἐπίνικος neut nom/voc/acc sg ἐπινικιος of victory masc/fem acc sg ἐπινικιος of victory neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐπινίκοις — Ἐπίνικος masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπινίκοις — ἐπίνικος masc/fem/neut dat pl ἐπινικιος of victory masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐπινίκου — Ἐπίνικος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπινίκου — ἐπίνικος masc/fem/neut gen sg ἐπινικιος of victory masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐπινίκους — Ἐπίνικος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπινίκους — ἐπίνικος masc/fem acc pl ἐπινικιος of victory masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)